3.2.13

"Ο βυθός είναι δίπλα" - Νίκος Αδάμ Βουδούρης

Μόλις ολοκλήρωσα την ανάγνωση της πρώτης συλλογής διηγημάτων του Νίκου Αδάμ Βουδούρη, "Ο βυθός είναι δίπλα". Η χαρά μου, μεγάλη.

Νομίζω πως είμαι ο πλέον ακατάλληλος άνθρωπος για να γράψω "κριτική" ή σχόλια για ένα λογοτέχνημα. Στην προκειμένη περίπτωση, πήρα θάρρος από τον ενθουσιασμό που μου προκάλεσε η ανάγνωση του βιβλίου. Δε θα εκφραστώ ως επαγγελματίας -πώς θα μπορούσα άλλωστε. 

Το βιβλίο περιέχει δέκα διηγήματα τα οποία ως θεματικό άξονα έχουν τον πανικό της απόγνωσης και το ανεκπλήρωτο της λύτρωσης. Πρωταγωνιστές των μικρών ιστοριών είναι άνθρωποι παγιδευμένοι άλλοτε από τις ίδιες τους τις επιλογές και άλλοτε από τη μοίρα. Σε αρκετά σημεία εμφανίζονται πρόσωπα με ψυχικές διαταραχές (τουλάχιστον έτσι φαίνεται από την πρώτη επαφή μαζί τους) τα οποία δεν κρύβω ότι τα λυπήθηκα λιγάκι. Τόσο γλαφυρή είναι λοιπόν η αφήγηση του συγγραφέα. Μπήκα στη θέση τους, ήταν σαν να τους βλέπω και να τους ακούω. Κάποιους ήθελα να τους πάρω στο σπίτι μου για να έχουν παρέα... Ταλαντούχος ο γράφων λοιπόν, άγγιξε το συναίσθημά μου.

Όταν γράφω για δίσκους μουσικής, συχνά τους αναλύω track-to-track, γράφω δηλαδή σχόλια για κάθε κομμάτι ξεχωριστά. Κάτι αντίστοιχο θα κάνω και με τα διηγήματα, επιχειρώντας μια "ανατομία" του μηνύματος που θέλει να περάσει στον αναγνώστη ο Βουδούρης.

Το βιβλίο ξεκινά με τη συγκλονιστική ιστορία "Το λουτρικό". Κάποτε μια μάνα αγόρασε για το γιο της ένα μπουρνούζι (την ενοχλεί όμως η λέξη, για αυτό χρησιμοποιεί την αντίστοιχη ελληνική) και όπως το ετοίμαζε για να του το δώσει, αυτό έγινε η αιτία για να σκοτωθεί σε ατύχημα. Η μάνα έκτοτε έχασε τα λογικά της και, παραδόξως, φυλούσε το λουτρικό σαν κόρη οφθαλμού. Θα περίμενε κανείς να το τσακίσει, να το τσαλαπατίσει, να το ξεσκίσει σε χίλιες κλωστές, δεν το έκανε όμως. Το κουβαλούσε μαζί της άπλυτο, με τις βρομιές και τα ξεραμένα αίματα του γιου της. Τη λυπήθηκα πολύ αυτή τη μάνα, τόσο που ήθελα να είμαι Θεός και να αναστήσω το βλαστάρι της.

"Το καλό άσπρο σπίτι" είναι η αφήγηση του "πνεύματος" ενός παιδιού που παρά τις απογορεύσεις των γονιών του να μην πηγαίνει σε συγκεκριμένα σημεία του σπιτιού, εκείνο πήγε και τελικά έχασε τη ζωή μου. Το σημείο αυτό λειτούργησε ως μαγνήτης. Το παιδί πήγε επειδή ήξερε ότι θα πάθει κακό. Σαν ταινία θρίλερ. 

Στο "Λυγμούς αποστηθίζω", παρανόησα. Ο συγγραφέας ολοκληρώνει την ιστορία με την έντονη σεξουαλική πράξη ενός ζευγαριού μεσήλικων, εγώ όμως από τις περιγραφές κατάλαβα ότι επρόκειτο για δολοφονία, από αυτές που ο σύζυγος, πνίγοντας υποχωρήσεις και απωθημένα δεκαετιών, χάνει τα λογικά του και πάνω στο σεξ σκοτώνει τη σύντροφό του, ίσως από υπερβολική αγάπη για τον ίδιο αλλά και για τη σύντροφό του. Μήπως το σεξ δε σχετίζεται με το θάνατο; "Όλα τα παιχνίδια εμπεριέχουν την ιδέα του θανάτου", έγραψε κάποτε ο Jim Morrison.

Το "Μπέκο παρμιτζάν" είναι κάποια γεγονότα από τη ζωή ενός μετανάστη που ζει σαν υπνωτισμένος και σαν χαμένος και που δε διστάζει να φτάσει στο έγκλημα για να βγάλει τα προς το ζην. Ζει ένα αδιέξοδο, χωρίς συνείδηση. Και νομίζω πως βρίσκει ηδονή σε αυτό. Κοινό σημείο των παραπάνω ιστοριών, ο εγκλωβισμός.

Η ιστορία "Και ο καιρός κατακόκκινος" πραγματεύεται την αναγκαστικά απομονωμένη ζωή ενός εκπαιδευτικού που φαίνεται (ο συγγραφέας δεν το λέει ξεκάθαρα, το αφήνει όμως να εννοηθεί) να τον τιμώρησαν επειδή κακοποίησε κάποια μαθήτριά του κι έτσι έφυγε από τον τόπο του και διέκοψε τις σχέσεις με την οικογένειά του, χωρίς φίλους, χωρίς ανθρώπους γύρω του. Του λείπουν πολύ οι δικοί του άνθρωποι, αλλά δεν μπορεί να κάνει κάτι. Νιώθει πως τον απέρριψε η ζωή. Δεν ξέρω και δε με ενδιαφέρει αν έχει παραδεχτεί τις ευθύνες του, εξάλλου τι νόημα θα είχε. Μάλλον θα ζούσε με λιγότερες τύψεις, αλλά έτσι κι αλλιώς δε φαίνεται να έχει πολλές. Είναι ένστικτο αυτό, απαγορευμένο και κατακριτέο από τους άλλους, μα σε αυτόν προκαλεί ηδονή. Αδιέξοδη ηδονή.

Στο "Θρόνο" διαβάζει ο αναγνώστης για έναν έφηβο (;) που λυπάται μια περιπλανώμενη γυναίκα η οποία έχει χάσει τα λογικά της, και η επαφή μαζί της ξαφνικά κάνει να φυτρώσει μέσα του η ωριμότητα, η μαγκιά, να υψώσει το ανάστημά του θάρρους του. Δε φοβήθηκε την ευαισθησία του, παρά τη μετεξέλιξε σε αποφασιστικότητα, ένα παιδί που μέχρι τότε φοβόταν τους μάγκες της παρέας του και στο σπίτι έλεγε "μαμά". Τότε, για πρώτη φορά είπε "άσε μας, ρε μάνα!" Μια εσωτερική πάλη έγινε εδώ λοιπόν.

Το ομώνυμο διήγημα ταξιδεύει στο μυαλό ενός ψυχικά διαταρεγμένου ανθρώπου με φοβίες, ανασφάλειες, πανικούς. Φλερτάρει με την αυτοκτονία. Ο πρωταγωνιστής μού θύμισε τον άρρωστο αυτόχειρα ποιητή Richard στην ταινία "Οι ώρες" ("The hours"). Ποιος ξέρει τι συμβαίνει στο μυαλό των άλλων ανθρώπων, ποια φαντάσματα ευτυχίας τα κατοικούν.

"Τα σφαγεία" εξιστορούν τη μετά από καιρό συνάντηση δύο ανδρών, πρώην εραστών, οι οποίοι στο μεσοδιάστημα προσπάθησαν να αλλάξουν τη ζωή τους και να υπερκαλύψουν τα ένστικτά τους. Ο συγγραφέας δεν αναφέρει καθαρά κάτι τέτοιο, αλλά το υποννοεί ("Με το άλλο τι κάνεις;" ρώτησε ο ένας τον άλλον). Μου αρέσει που ο αναγνώστης οδηγείται σε ένα συγκεκριμένο συμπέρασμα, έχοντας όμως κι άλλες εναλλακτικές από το συγγραφέα.

Στο "Idaho fucking freedom" διαβάζουμε για την "ξεπέτα" ενός άνδρα με μια πλούσια Ελληνοαμερικανίδα κληρονόμο, όπου με αφορμή ένα "ακραίο" ερωτικό τους παιχνίδι, έρχεται η λύτρωση στον πρωταγωνιστή και σπάει τους δεσμούς της προσωπικής του λύτρωσης και ελευθερίας, όπως δηλώνει και ο τίτλος.

Τέλος, στο "Πάνω χέρι" ο πόθος μιας γυναίκας για έναν άντρα με τον οποίο έχει προβληματική ερωτική σχέση, μετασχηματίζεται σε εξεύρεση λύτρωσης μέσω του κομμένου χεριού ενός ζητιάνου με τον οποίο έρχεται σε συνουσία. Από τη μία ο εραστής της την κακοποιεί με τα χέρια του και από την άλλη, η ίδια ηδονικά προσηλώνεται στο "ευνουχισμένο" χέρι ενός τυχαίου ανθρώπου, προφανώς για να ξορκίσει τον πόνο της και τον καημό της. Το αντρικό χέρι αποτελεί σύμβολο εξουσίας.

Πόσο περίεργες οι "μαγνητικές" σχέσεις που περιγράφει ο Βουδούρης στο βιβλίο του! Οι πρωταγωνιστές του ψάχνουν για τη λύτρωση και κάποιοι τη βρίσκουν (περνώντας μέσα από τον ίδιο τους τον εαυτό) ενώ κάποιοι άλλοι εξακολουθούν να την αναζητούν. Κοινή τους συνισταμένη, η δυστυχία που φέρνει το δέσιμο και ο "μαγνητισμός" με άλλους ανθρώπους. Δεν είναι εύκολο να σπάσουμε τους δεσμούς, τους έχουμε τόσο πολύ ανάγκη.

Ύστερα από την αριστουργηματική ψυχογράφιση των χαρακτήρων του, θα ήθελα να δω τυχόν διηγήματα που απέρριψε ο συγγραφέας από τη συλλογή του -γιατί σίγουρα θα απέρριψε- ώστε να έχω μια πιο πλήρη εικόνα του μηνύματος που θέλησε να περάσει. Ίσως σε κάποιο επόμενο βιβλίο, "Ο βυθός είναι δίπλα No. 2" ας πούμε, γιατί ο βυθός είναι και δίπλα, και μπροστά, και πίσω, και μέσα μας, χωρίς να μας δίνεται πάντα ασφαλής στολή για κατάδυση.


**Λίγα λόγια για το συγγραφέα: Ο Νίκος Αδάμ Βουδούρης γεννήθηκε στο Γλυκορρίζι της Μεσσηνίας. Σπούδασε Αρχιτεκτονική στο ΕΜΠ. Διηγήματά του έχουν δημοσιευτεί στα περιοδικά Οδός Πανός, Εντευκτήριο και Μπιλιέτο, καθώς και σε ανθολογίες νεοελληνικού διηγήματος. Παρακολούθησε σεμινάρια δημιουργικής γραφής στο Εθνικό Κέντρο Βιβλίου με τον Μισέλ Φάις. Το Ο βυθός είναι δίπλα είναι το πρώτο του βιβλίο (2008).